Ο Υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Δημήτρης Παπαδημητρίου, μιλά για την ελληνική οικονομία και τις προοπτικές ανάκαμψής της, την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, αλλά και όσα κάνει η κυβέρνηση για τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας και την εφαρμογή ενός νέου παραγωγικού και αναπτυξιακού μοντέλου.
Συνέντευξη στον ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΣΟΥΚΑΛΑ
Πρόσφατα ψηφίστηκε το νέο πολυνομοσχέδιο, με στόχο την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Θεωρείτε πως πλέον μπορεί να υπάρχει έστω συγκρατημένη αισιοδοξία για πορεία της χώρας προς την κατεύθυνση της ανάπτυξης;
Βεβαίως, και μάλιστα ήδη υπάρχει συγκρατημένη αισιοδοξία, καθώς η Ελλάδα τήρησε τις δεσμεύσεις της και μένει από την πλευρά των Ευρωπαίων εταίρων μας να τηρήσουν τις δικές τους. Την αισιοδοξία αυτή συμμερίζονται οι διεθνείς οργανισμοί με τις αναλύσεις, τις εκθέσεις και τις προβλέψεις τους, αλλά κυρίως την καταγράφουν οι ίδιες οι αγορές με την άνοδο των χρηματιστηριακών αξιών, τη μείωση των spreads και τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος, προεξοφλώντας έτσι την ολοκλήρωση της συμφωνίας. Με την τυπική υπογραφή της τελευταίας η συγκρατημένη αισιοδοξία θα γίνει καθαρή αισιοδοξία.
Σε αυτήν που συνηθίζουμε να αποκαλούμε πραγματική οικονομία, στο χώρο του επιχειρείν θεωρείτε πως θα υπάρξουν άμεσα σημάδια ανάκαμψης;
Δεν θα υπάρξουν, υπάρχουν ήδη και είναι αποτυπωμένα σε όλα τα οικονομικά μεγέθη και τους δείκτες του α΄ πενταμήνου του 2017. Ενδεικτικά αναφέρω τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το α΄ τρίμηνο 2017 που δείχνουν ετήσια αύξηση πραγματικού ΑΕΠ 0,4% με αύξηση καταναλωτικής δαπάνης 1,7%, αύξηση παραγωγικών επενδύσεων 11,2% και αύξηση εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών 4,8% αντίστοιχα. Με την υπογραφή της συμφωνίας αναμένεται επιτάχυνση του ρυθμού ανάπτυξης, που για το σύνολο του 2017 μπορεί να ξεπεράσει το 2%.
Ποιοι είναι οι βασικοί άξονες πάνω στους οποίους στηρίζεται το αναπτυξιακό και παραγωγικό μοντέλο που θέλει να εφαρμόσει η κυβέρνηση;
Το νέο παραγωγικό μοντέλο που προωθεί η κυβέρνηση, αποσκοπεί η ανάπτυξη της Ελλάδας να μη στηρίζεται πλέον στο δανεισμό και την κατανάλωση, αλλά στην αξιοποίηση του εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού της χώρας για την παραγωγή ποιοτικών, καινοτόμων και διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και υπηρεσιών.
Η αναπτυξιακή στρατηγική που έχει εκπονηθεί και υλοποιείται έχει ως βάση το ανθρώπινο δυναμικό και στηρίζεται σε τέσσερις πυλώνες:
- παραγωγή προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας με αξιοποίηση της έντασης της γνώσης
- ενδυνάμωση της εξωστρέφειας ώστε να μπει τέλος στο διαχρονικό έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου
- ενίσχυση της επιχειρηματικότητας στο πλαίσιο που θέτουν οι κανόνες ανταγωνισμού
- ενίσχυση των συνεργασιών μεταξύ επιχειρήσεων για τη δημιουργία clusters, ώστε από τις μικρές επιχειρήσεις, που αποτελούν το 99% της ελληνικής οικονομίας, να δημιουργηθεί ανά περίπτωση η κρίσιμη μάζα που θα επιτρέπει την είσοδο στις διεθνείς αγορές.
Θεωρείτε δυνατή και εφικτή την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους; Με ποιον τρόπο μπορεί να προκύψει;
A: Η ελάφρυνση του χρέους είναι και δυνατή και εφικτή.
Δυνατή είναι όπως αποδεικνύεται από την πρώτη δέσμη βραχυπρόθεσμων μέτρων που εφαρμόζονται από την 1/1/2017. Η δέσμη αυτή περιλαμβάνει εξομάλυνση των αποπληρωμών ορισμένων δανείων (EFSF), τον περιορισμό των επισφαλειών από τα επιτόκια, παραίτηση από το περιθώριο επιτοκίου συγκεκριμένου δανείου. Συνεπώς, μία δεύτερη δέσμη μακροπρόθεσμων μέτρων, η οποία άλλωστε έχει συμφωνηθεί, είναι απολύτως δυνατή.
Εφικτή είναι διότι, όπως έχει αναφέρει και ο πρόεδρος του ESM, δεν θα έχει κόστος για τις χώρες που συμμετέχουν στο δανειακό πρόγραμμα της Ελλάδας και δεν θα χρειαστεί έγκριση από τα κοινοβούλιά τους (αν οι ρυθμίσεις δεν αφορούν το διακρατικό χρέος GLF, αλλά τα δάνεια του EFSF και ESM).
Η Ελλάδα περιμένει σαφή αποτελέσματα και στο μέτωπο του χρέους, ώστε να καταστεί βιώσιμο και να γίνει δυνατή η έξοδος στις αγορές με ρεαλιστικούς όρους.
Η ελάφρυνση μπορεί να γίνει με 4 τρόπους:
Πρώτο, την εξασφάλιση πως το 65% των δανείων από τον ESM που έχουν κυμαινόμενο επιτόκιο θα μετατραπούν σε σταθερό διατηρώντας το χαμηλό τους επίπεδο.
Δεύτερο, να υπάρξει μία απομείωση, ελάφρυνση χρέους σε ονομαστικές τιμές.
Τρίτο, μία άλλη θετική εξέλιξη μπορεί να είναι η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής υφιστάμενων υποχρεώσεων της χώρας.
Τέταρτο, αντίστοιχα επωφελής θα ήταν και μια περίοδος χάριτος με τη μη πληρωμή τόκων. Σήμερα η Ελλάδα πληρώνει 6 με 7 δισ. ευρώ ετησίως για τόκους, μια μείωση αυτού του ποσού θα δώσει τη δυνατότητα δημιουργίας ενός δημοσιονομικού χώρου για μέτρα στήριξης των αδύναμων, ενίσχυσης της ανάπτυξης, καλλιέργειας της υψηλής τεχνολογίας κτλ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι όλα τα παραπάνω μέτρα έχουν τεθεί στο τραπέζι των συζητήσεων, αλλά το μεγάλο αγκάθι παραμένει ο χρόνος ανακοίνωσης των μέτρων, ο οποίος συσχετίζεται αφενός με την ολοκλήρωση του προγράμματος και αφετέρου με τις γερμανικές εκλογές.
Έχει διατυπωθεί πολλές φορές η άποψη πως η χώρα μας χρειάζεται ένα επενδυτικό σοκ για να μπορέσει να ανακάμψει. Ποια είναι η στρατηγική της κυβέρνησης για την προσέλκυση επενδύσεων στη χώρα και ποια αποτελέσματα εκτιμάτε πως θα έχει;
Άμεσος στόχος είναι η εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία με το κλείσιμο της συμφωνίας με τους πιστωτές, τη διευθέτηση του χρέους, την ένταξη της χώρας στο QE και τη βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας. Παράλληλα, η κυβέρνηση επιδιώκει την προσέλκυση επενδύσεων με τη μεταρρυθμιστική βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος (εκκίνηση επιχειρήσεων και αδειοδοτήσεις, σταθερό φορολογικό περιβάλλον, εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης κόκκινων δανείων, καταχώρηση ακινήτων, εφαρμογή υπογεγραμμένων συμβάσεων κ.α.), την ενίσχυση της έρευνας, της καινοτομίας και της εξωστρέφειας και τη χρηματοδοτική ή άλλη (βλ τεχνογνωσία εξαγωγών, κίνητρα Αναπτυξιακού Νόμου κ.λπ.) διευκόλυνση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Στην ίδια κατεύθυνση επιστρατεύονται οι ΣΔΙΤ, οι διακρατικές συμφωνίες και η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.
Με το πολύ χαμηλό επίπεδο επενδύσεων που υπάρχει σήμερα στην οικονομία, οι ανάγκες και συνεπώς οι δυνατότητες είναι μεγάλες σε τομείς όπως ο τουρισμός, η ενέργεια, οι υποδομές, η ψηφιακή οικονομία, ο αγροδιατροφικός τομέας και τα logistics.
Τις επενδύσεις θα ενισχύσει εφέτος το αυξημένο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, ενώ από πλευράς ζήτησης θα βοηθήσει το Πρόγραμμα παροχής κοινωφελούς εργασίας.
Ένα μεγάλο ζήτημα για το χώρο του εμπορίου είναι η λειτουργία των καταστημάτων τις Κυριακές, με πολλές αντιδράσεις να καταγράφονται και αυτή την φορά όσον αφορά το νέο καθεστώς που οδεύει προς εφαρμογή. Κατά τη γνώμη σας, θα φέρει αποτελέσματα η εφαρμογή του συγκεκριμένου μέτρου;
Η απελευθέρωση της λειτουργίας των εμπορικών καταστημάτων τις Κυριακές αποτέλεσε δέσμευση της προηγούμενης Κυβέρνησης στο πλαίσιο της εργαλειοθήκης Ι του ΟΟΣΑ και βασική απαίτηση των θεσμών, ιδίως του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Σε αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο, προσπαθήσαμε να πετύχουμε τρεις στόχους:
- Να αποτραπεί η οριζόντια εφαρμογή της απελευθέρωσης σε όλη τη χώρα
- Να μην καθιερωθεί νομοθετικά η λειτουργία των εμπορικών καταστημάτων όλες τις Κυριακές του χρόνου
- Να διατηρηθεί η διακριτική ευχέρεια των Περιφερειών να διαμορφώνουν, σε συνεργασία με τοπικούς φορείς, το πλαίσιο λειτουργίας των καταστημάτων τις Κυριακές, λαμβάνοντας υπόψη τις τοπικές συνθήκες και ιδιαιτερότητες
Η τελική συμφωνία περιορίζει τη μερική απελευθέρωση, στην Αττική και τη Θεσσαλονίκη, για το διάστημα μεταξύ Μαΐου και Οκτωβρίου. Επιπλέον, αίρονται οι περιορισμοί που αφορούσαν συγκεκριμένους τύπους καταστημάτων και είχαν οδηγήσει σε στρεβλώσεις στην αγορά. Με αυτόν τον τρόπο έκλεισε ένα θέμα το οποίο έθεταν μετ’ επιτάσεως οι δανειστές και μάλιστα με ευνοϊκότερους όρους σε σχέση με όσα είχε συμφωνήσει η προηγούμενη κυβέρνηση. Ωστόσο, δεν συμμεριζόμαστε τις υπάρχουσες εκτιμήσεις για θετικό αναπτυξιακό αντίκτυπο του μέτρου αυτού. Ασφαλή συμπεράσματα θα μπορέσουμε να εξαγάγουμε ύστερα από τη συστηματική παρακολούθηση των επιπτώσεων της εφαρμογής του νέου καθεστώτος στις επιδόσεις των επιχειρήσεων του λιανικού εμπορίου την απασχόληση και την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας. Ήδη βρισκόμαστε στο στάδιο της οργάνωσης του τρόπου παρακολούθησης του συγκεκριμένου μέτρου σε συνεργασία με το Υπουργείο Εργασίας και το Υπουργείο Οικονομικών.
Οι ρυθμίσεις για τον εξωδικαστικό μηχανισμό για τα χρέη των επιχειρήσεων και τη διαχείριση των κόκκινων δανείων, πότε πιστεύετε πως θα δείξουν πως αρχίζουν να βοηθούν την οικονομία και το επιχειρείν και με ποιον τρόπο;
Α: Δεδομένου ότι στις 3 Αυγούστου θα ξεκινήσουν οι αιτήσεις υπαγωγής στον εξωδικαστικό μηχανισμό, μία πρώτη εικόνα των θετικών του επιπτώσεων στην οικονομία αναμένεται να έχουμε στο τέλος του α’ εξαμήνου του 2018. Οι ευνοϊκές αυτές επιπτώσεις προβλέπεται να γίνουν αισθητές με τη σταδιακή ομαλοποίηση των επιχειρηματικών συναλλαγών, την αύξηση των τραπεζικών πιστώσεων και την περαιτέρω βελτίωση του οικονομικού κλίματος και της τάσης για ανάληψη επενδύσεων.
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η αγορά είναι η έλλειψη ρευστότητας, που έχει αναχθεί σε ακόμη πιο σημαντικό πρόβλημα ένεκα των capital controls. Η βελτίωση των συνθηκών χρηματοδότησης προς την πραγματική οικονομία αποτελεί βασικό πυλώνα της Αναπτυξιακής Στρατηγικής που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση. Πώς, όμως, θα την επιτύχετε, δεδομένης της δύσκολης ακόμη συγκυρίας;
Το υπουργείο, πέρα από τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος και τις πολιτικές προσέλκυσης ξένων άμεσων επενδύσεων, έχει αναπτύξει σε συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς νέα χρηματοδοτικά εργαλεία, που θα συμβάλουν στη βελτίωση των συνθηκών χρηματοδότησης. Τέτοια είναι το: Ταμείο Επιχειρηματικών Συμμετοχών (EquiFund), το Ταμείο Επιχειρηματικότητας ΙΙ και το «Εξοικονομώ» ΙΙ. Τα τρία ταμεία έχουν προικιστεί με πόρους 1 δισ. ευρώ και, με τη μόχλευση που θα επιτευχθεί, θα κινητοποιήσουν πάνω από 2 δισ. ευρώ στην πραγματική οικονομία. Ειδικότερα, μέσα από το καινοτόμο Ταμείο Επιχειρηματικών Συμμετοχών (EquiFund) μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα μπορούν να αντλήσουν χρηματοδότηση με τη μορφή της συμμετοχής στη μετοχική τους σύνθεση (equity capital, venture capital). Με αυτόν τον τρόπο δίνεται η δυνατότητα σε καινοτόμους επιχειρήσεις να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση από διεθνείς και εγχώριους επενδυτές που δεν μπορούσαν έως τώρα να τις προσεγγίσουν λόγω του μικρού τους μεγέθους.
Ειδική μνεία πρέπει να κάνουμε στον νέο Αναπτυξιακό Νόμο, ο οποίος αποτελεί τομή στον αναπτυξιακό σχεδιασμό της χώρας, καθώς για πρώτη φορά δίνει προτεραιότητα στην ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και όχι σε λίγα μεγάλα, κατά κανόνα χαμηλής τεχνολογίας, επενδυτικά σχέδια με περιορισμένο αναπτυξιακό αντίκτυπο. Δίνεται έμφαση σε δραστηριότητες όπου η χώρα διαθέτει στρατηγικά πλεονεκτήματα, όπως η αγροδιατροφή και οι νέες τεχνολογίες, ενώ είναι καινοτόμος και ως προς τα μέσα χρηματοδότησης, παρέχοντας έναν συνδυασμό φορολογικών κινήτρων και επιδοτήσεων.
Ακόμη, αξίζει να αναφέρουμε πως το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων (ΕΤΕ) έχει υπογράψει τέσσερις συμφωνίες με την Alpha Bank και την Τράπεζα Πειραιώς στην Ελλάδα, οι οποίες θα προσφέρουν 420 εκατ. ευρώ σε πάνω από 2.000 μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις σε ολόκληρη τη χώρα. Οι συμφωνίες αυτές κατέστησαν δυνατές με την υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων (EFSI). Το EFSI αποτελεί τον κεντρικό πυλώνα του επενδυτικού σχεδίου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ευρώπη, του λεγόμενου «σχεδίου Juncker». Το Σχέδιο Juncker αναμένεται ήδη να κινητοποιήσει πάνω από 3 δισ. ευρώ σε επενδύσεις στην Ελλάδα.
Επιπλέον, η πρόσφατη έγκριση από την Ε.Ε. της δημιουργίας Αναπτυξιακής Τράπεζας θα συμβάλει καταλυτικά στη βελτίωση της χρηματοδότησης επιχειρήσεων. Υπό την ομπρέλα της συζητείται η χρηματοδότηση επιχειρήσεων από άλλες αναπτυξιακές τράπεζες στην Ευρώπη καθώς και η προώθηση των αναπτυξιακών συμπράξεων σε διακρατικό επίπεδο, ώστε να μειωθεί όσο το δυνατόν η γραφειοκρατία και να διευκολυνθούν οι επενδύσεις.
Τέλος, αναζητείται και τρόπος ώστε να λειτουργήσει και ταμείο εγγυήσεων για τους εξαγωγείς.
(Προδημοσίευση από την ειδική έκδοση για την εκδήλωση «Πρωταγωνιστές της Ελληνικής Οικονομίας», η οποία τελούσε υπό την αιγίδα του Υπουργείου Οικονομίας & Ανάπτυξης)